Είναι γνωστή η αλήθεια, γνωστή από την διαχρονική πρακτική της εφαρμογή, τοσο γνωστή ώστε να μην χρειάζεται κολαούζο, ότι ο ιμπεριαλισμός για να τιθασσεύσει τους λαούς πρέπει εκτός των άλλων να τους χτυπήσει βαθιά στις πολιτιστικές τους ρίζες, να πλήξει τα συνολικά πνευματικά και ιστορικά τους αποθέματα.
Αφορμή για την επανεπιβεβαίωση αυτής της διαπίστωσης είναι η είδηση από τον σημερινό Ριζοσπάστη, με τίτλο «Ο πολιτισμός πεθαίνει στη Βοσνία». Η είδηση αφορά την σταδιακή κατάρρευση της πολιτιστικής υποδομής της πρώην Γιουγκοσλαβίας, μετά τη διάλυσή της από τον αμερικανο-ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό, καθώς – για πρώτη φορά από την ίδρυσή του – το Εθνικό Μουσείο Βοσνίας, στο Σαράγεβο, κλείνει λόγω έλλειψης χρημάτων. «… Το Μουσείο ιδρύθηκε το 1888, όταν η Βοσνία κατεχόταν από την Αυστρο-Ουγγαρία (1878 – 1914) και δε σταμάτησε ποτέ η λειτουργία του. Στις συλλογές του, μάλιστα, περιλαμβάνεται και το περίφημο Χάγκαντα (Haggadah) του Σαράγεβο, ένα εβραϊκό εικονογραφημένο χειρόγραφο του 14ου αιώνα.«Αυτό που συμβαίνει σήμερα, το 2012, 17 χρόνια μετά τον πόλεμο, είναι μια ταπείνωση, μια ντροπή και μια αμαρτία», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο ιστορικός Ενβέρ Ιμάμοβιτς, διευθυντής του μουσείου στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου (1992 – ’95)…»
Η παραπάνω είδηση θα φαινόταν είδηση «ρουτίνας», ιδίως με τα όσα έχουμε «συνηθίσει» τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας όπου σχολεία δεν έχουν πετρέλαιο θέρμανσης και νοσοκομεία δεν έχουν γάζες, εάν το ζήτημα περιοριζόταν στην αδυναμία χρηματοδότησης. Αν ήταν μόνο αυτό θα φαινόταν κάπως υπερβολική η εισαγωγική παράγραφος του ποστ. Όμως η είδηση περιλαμβάνει ακόμα μια «λεπτομέρεια»:
Μετά την διάλυσή της, «οι ιμπεριαλιστές, φυσικά, αδιαφόρησαν για την πολιτιστική κληρονομιά των λαών της πρώην Γιουγκοσλαβίας, γι’ αυτό και η Συμφωνία του Ντέιτον δεν πρόβλεψε τη δημιουργία υπουργείου Πολιτισμού. Ετσι, τα επτά πολιτιστικά ιδρύματα της Βοσνίας εξακολoυθούν να υπάρχουν από το τέλος του πολέμου χάρη σε «χορηγίες» και όποια δημόσια χρηματοδότηση μπορούσε να εξασφαλιστεί. Ολα, λοιπόν, είναι χρεωμένα. Στην Εθνική Βιβλιοθήκη κόπηκε η κεντρική θέρμανση τον περασμένο Ιανουάριο, ενώ οι μόνιμες συλλογές της Πινακοθήκης Σύγχρονης Τέχνης είναι κλειστές για το κοινό, από το Σεπτέμβρη του 2011…»
Ας μας επιτραπεί μια μικρή «διόρθωση» στο παραπάνω ρεπορτάζ: Οι ιμπεριαλιστές σαφώς και δεν «αδιαφόρησαν» για την πολιτιστική κληρονομιά. Τόσο οι πράξεις όσο και οι «παραλείψεις» των ιμπεριαλιστών είναι ενταγμένες στη στρατηγική τους, της καθυπόταξης κάθε λαού που αντιστέκεται στην κυριαρχία τους, για την την επιβολή των δικών τους «πολιτιστικών» προτύπων, της δικής τους «κουλτούρας», των δικών τους «αξιών».
Σ’ αυτή την ανάρτηση η Mercedes Soca τραγουδάει το Solo Le Pido a Dios (Το μόνο που ζητάω απ’ το Θεό). Το τραγούδι το έχω ακούσει από την Mercedes Soca σε διάφορες ζωντανες ηχογραφήσεις, και κάθε φορά που τραγουδάει τον στίχο «a vivir una cultura diferente» ο κόσμος ξεσπάει σε χειροκροτήματα. Δεν ξέρω ισπανικά, έψαξα και βρήκα τι σημαίνει αυτή η φράση: Για να ζήσει μια διαφορετική κουλτούρα. «Διαφορετική κουλτούρα;» με ρώτησε με απορία μια φίλη. Ε, ναι διαφορετική, σίγουρα διαφορετική από την κουλτούρα που απεικονίζει η παραπάνω φωτογραφία.
Τα πολιτιστικά και ιστορικά αποθέματα των λαών που πλήττει ο ιμπεριαλισμός (η εξουσία των καπιταλιστικών μονοπωλίων) με σκοπό την ολοκληρωτική (μέσα σε αυτήν και την «αξιακή», συνειδησιακή) επικράτησή του, δημιουργήθηκαν χάρη στην πάλη των λαών μέσα στην ιστορία τους.
Η υπεράσπιση αυτού του αποθέματος, είναι αδύνατη χωρίς την συνέχιση της πάλης των λαών στο ιστορικό τους παρόν για την αποτίναξη της οικονομικής, πολιτικής και πολιτισμικής τους υποδούλωσης, χωρις αυτή την πάλη που συσσωρεύει νέο απόθεμα «ηθικής» ενέργειας πάνω στο ιστορικά κληρονομημένο πολιτιστικό απόθεμά τους. Ειναι αδύνατη χωρίς την πάλη των λαών για την αποτίναξη της εξουσίας των εκμεταλλευτών τους, για την οικοδόμηση της δικής τους αυτεξουσιότητας, γι’ αυτη την προϋπόθεση άνθισης μιας διαφορετικής κουλτούρας, μιας διαφορετικής καλλιέργειας του ανθρώπου από τον άνθρωπο.
ΥΓ. Η φωτογραφία με το μωρό είναι, όπως πολλοί θα γνωρίζουν, από το εξώφυλλο του «Nevermind» των Nirvana, του μουσικού συγκροτήματος του Curt Cobain. Ενός καλλιτέχνη που σ’ όλη του τη ζωή απέδειξε τι αρνείται.