Από τον Ριζοσπάστη της περασμένης Κυριακής αντιγράφω το ακόλουθο απόσπασμα της παρέμβασης του Μάκη Παπαδόπουλου, μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, στο 2ο Διεθνές Συνέδριο για τα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Ελλάδα:
«… Δεν αποτελεί μυστικό ότι ο στόχος για αύξηση του ποσοστού κέρδους των ενεργειακών ομίλων συμβαδίζει με την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζομένων, το υψηλό επίπεδο επαγγελματικού κινδύνου και τις αντικειμενικά μειωμένες εγγυήσεις προστασίας του περιβάλλοντος.
Δεν χρειάζεται να επαναλάβουμε αναλυτικά τα γνωστά στοιχεία για τις εθελούσιες απολύσεις, τις μειώσεις μισθών, το καθεστώς απασχόλησης στους εργολάβους, τα θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα στους ομίλους. Υπογραμμίζουμε, όμως, την ανησυχία μας σχετικά με την πληρότητα των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και των σχεδίων περιβαλλοντικής παρακολούθησης, πρόληψης και περιορισμού των συνεπειών πιθανών ατυχημάτων με βάση και την πρόσφατη πείρα απ’ τη συζήτηση στην Περιφέρεια του Ιονίου (μια περιοχή υψηλής σεισμικότητας, με σημαντική τουριστική και αλιευτική δραστηριότητα, υδατοκαλλιέργειες, ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά και προστατευόμενες φυσικές περιοχές). Στην πρόσφατη σχετική Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων δεν υπήρχαν αναφορές ακόμα και για γνωστά ζητήματα, που αφορούν τη διαρροή τοξικών απόβλητων, καθώς και την ύπαρξη βομβών απεμπλουτισμένου ουρανίου, απ’ την εποχή των ΝΑΤΟικών βομβαρδισμών εναντίον της Γιουγκοσλαβίας. Δεν υπήρξε επίσης δέσμευση ότι θα υπάρξει λεπτομερής καταγραφή και αποτύπωση μικροζωνικών μελετών για τις περιοχές που πρόκειται να εμπλακούν πριν αρχίσουν οι εξορύξεις. Ο περιορισμένος χρόνος δεν επιτρέπει φυσικά μια αναλυτική κριτική της κυβερνητικής πολιτικής. Αυτό που θέλουμε να υπογραμμίσουμε είναι ότι αυτές οι επιλογές δεν αποτελούν μονόδρομο …»
Καθώς σε (σεισμογενείς) περιοχές, όπως λ.χ. το Κατάκολο Ηλείας, που έχουν «κληρωθεί» σε κάποιο καπιταλιστικό μονοπώλιο για εξόρυξη υδρογονανθράκων, έχει ήδη δοθεί μια κάποια δημοσιότητα στο πρόβλημα των ελλιπών περιβαλλοντικών, εδαφολογικών κλπ μελετών, αυτονόητα τίθεται το εξής ζήτημα:
Η κυβέρνηση έχει την πολιτική ευθύνη και οφείλει, όχι βέβαια να καθησυχάσει τα αυτιά και να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, αλλά να επιβάλει πριν αρχίσουν οι εξορύξεις την πραγματοποίηση όλων των αναγκαίων μελετών και την παρουσίασή τους σε όλους τους επιστημονικούς φορείς, τα κόμματα, τους φορείς της τοπικής διοίκησης, ώστε με τον πιο δημόσιο και διάφανο τρόπο να είναι δυνατή η άσκηση κάθε ελέγχου των περιβαλλοντικών όρων της εξορυκτικής δραστηριότητας.
Και δεν απαλλάσσει την κυβέρνηση από αυτή την ευθύνη καμιά επιχειρηματική «βιασύνη» και «απληστία», καμιά πολιτική πρεμούρα περί «γεωστρατηγικής αναβάθμισης» στο μάτι του κυκλώνα των μονοπωλιακών ανταγωνισμών.
Προφανώς και δεν τίθεται θέμα κυβερνητικής «ευαισθησίας», αλλά θέμα λαϊκής διεκδίκησης που αφορά το παρόν και το μέλλον του τόπου. Ακριβώς γιατί «αυτές οι επιλογές δεν αποτελούν μονόδρομο», ακρίβως γιατί, όπως καταλήγει και η παρέμβαση του εκπροσώπου του ΚΚΕ στο Συνέδριο των υδρογονανθράκων:
«… Τα ελληνικά κοιτάσματα υδρογονανθράκων μπορούν να αξιοποιηθούν προς όφελος της λαϊκής ευημερίας, αν ακολουθήσουμε ένα ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης, με γνώμονα τις κοινωνικές ανάγκες και όχι το καπιταλιστικό κέρδος. Αυτός ο δρόμος προϋποθέτει κοινωνική κρατική ιδιοκτησία στον τομέα της Ενέργειας και συνολικά στα μέσα παραγωγής, ώστε να μπορεί να εφαρμοστεί επιστημονικός κεντρικός σχεδιασμός, που θα υπηρετεί ένα σύνολο συνδυασμένων στόχων: Τη μείωση του βαθμού ενεργειακής εξάρτησης της χώρας, την προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας, την εξοικονόμηση Ενέργειας, την εξασφάλιση επαρκούς και φθηνής λαϊκής κατανάλωσης, την ασφάλεια των εργαζομένων του κλάδου.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο της εργατικής εξουσίας, των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής μπορεί να διασφαλιστεί διακρατική, αμοιβαία επωφελής συνεργασία για τη συστηματική έρευνα και αξιοποίηση των εγχώριων ενεργειακών πηγών, καθώς και για τη μεταφορά σχετικής τεχνογνωσίας. Μπορεί, επίσης, να αξιοποιηθεί σημαντικό μέρος του εγχώριου επιστημονικού δυναμικού και να θωρακιστούν τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας. Ο δρόμος που προτείνουμε είναι ασφαλώς δύσκολος, αλλά είναι ο μόνος ρεαλιστικός για την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών».