Η γελοιογραφία προέρχεται από «Ανθολογία παγκόσμιου χιούμορ» της δεκαετίας του 1960:
Σκοπός της ήταν να γελάσουμε, αλλά κάποιοι την πήραν στα σοβαρά.
Μισό+ αιώνα αργότερα το «νέο πνεύμα» επικράτησε.
Το «δυστοπικό» κολλάζ από το 1988:
Πριν 2.452 χρόνια, το 431 π.Χ., ο Περικλής συμπεριλάμβανε στις ενδείξεις πολιτιστικής ακμής της αθηναϊκής κοινωνίας το ότι: «φιλοκαλούμεν τε μετ’ ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας». (Θουκυδίδης 2, 40, 1).
Σχεδόν 1.900 χρόνια αργότερα, γύρω στα 1443-1446 μ.Χ. ο λόγιος Βησσαρίων, στο Υπόμνημά του προς τον ηγεμόνα της Πελοποννήσου Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, απέδιδε τη βυζαντινή παρακμή, μεταξύ άλλων στην: «κρατήσασα του γένους μαλακία τε και βλακεία». (Γιάνης Κορδάτος, Ακμή και παρακμή του Βυζαντίου, σελ. 517, εκδ. Μπουκουμάνη, Ε΄ Έκδοση).
Προ ημερών, εν έτει 2021 μ.Χ., ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, από το βήμα της βουλής, τόνισε ότι: «Δημοκρατία σημαίνει κράτος του δήμου… Και δεν υπάρχει, νομίζω, πιο εμβληματικός δημόσιος χώρος από αυτόν του δημόσιου πανεπιστημίου… Αντιστρέφω λοιπόν τα επιχειρήματα των επικριτών του νομοσχεδίου λέγοντας, ότι στις σχολές δεν μπαίνει η αστυνομία, μπαίνει η δημοκρατία!!!… Η δροσερή πνοή της ελευθερίας που ως τώρα αφήνουν έξω οι καπνοί των μολότοφ».
Η παραπάνω πρωθυπουργική ρήση, εκφράζοντας το ποιόν (και το πύον) της κρατούσας φιλοσοφίας, δημιουργεί γενικότερους δυσάρεστους συνειρμούς για το παρόν και το μέλλον της χώρας.
Δυστυχώς στις μέρες μας η μαλακία πάει σύννεφο.
ΥΓ Το κράτος έχει συνέχεια: Πριν μερικές δεκαετίες, όπως αφηγείται το γνωστό τραγουδάκι, «ο στρατός μας που πήγε στην Κορέα», «έπνιξε τους κίτρινους στο αίμα» διδάσκοντάς τους «τι θα πει ελευθεριά». Σε ανάλογο μοτίβο σήμερα, η «αστυνομία μας» καλείται να διδάξει στα πανεπιστήμια την «δημοκρατία». Ένα τραγουδάκι και για αυτό το νέο έπος θα αποτελούσε πραγματική πρόκληση για την κρατούσα φιλοκαλία, μετά από τα τόσα καταγεγραμμένα δείγματα της σαφούς (πλην όμως νεοελληνικής) «ευτελείας» της.
«Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΜΑΣ ΦΥΛΑΕΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ» γράφει το πανώ της κυρίας δεξιά στη φωτογραφία. Με υπογραφή: «οι τρελλές αγελάδες».
Δεν θα διαφωνήσουμε στο «συγκεκριμένο».
Θα προτείνουμε όμως και μερικές ακόμα υπογραφές κάτω από την ίδια έκκληση προς τον Θεό:
«Η φυματίωση»
«Η λέπρα»
«Η ευλογιά»
«Ο τέτανος»
«η ελονοσία»
Η λίστα των υπογραφών είναι ανοιχτή, μπορούν να προστεθούν υπογραφές κι από άλλα έργα του Θεού που γυρεύουν από Αυτόν τη σωτηρία τους, ωστόσο το καλύτερο θα ήταν «ο Θεός να μας φυλάει» από το καπιταλιστικό κέρδος και την υποταγή της επιστήμης σε αυτό.
Μάλλον όμως δεν θα μας «φυλάει ο Θεός», για όσο καιρό το καπιταλιστικό κέρδος θα νιώθει ασφαλές πίσω από «αναθέματα» στην επιστήμη, για όσο καιρό θα είναι ικανό να αποπροσανατολίζει συνειδήσεις προς κάθε άλλη κατεύθυνση εκτός από αυτήν που οδηγεί σε αυτό το ίδιο το καπιταλιστικό κέρδος και την ανατροπή της εξουσίας του.
[προσθήκη 21-5-2020: Αλλά και το διπλανό πλακάτ δεν είναι και τέλειο… Τα συνθήματα του Πολυτεχνείου «Ψωμί Παιδεία Ελευθερία, Έξω οι οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ», έχουν μετατραπεί σε «Ψωμί Παιδεία Ελευθερία και Θεία Κοινωνία»! Κι από πάνω κουνά και το δάχτυλο σ’ όσους «παραχαράζουν την ιστορία»…]
Παρόλη την αξεπέραστη δυσκολία να διαχωριστούν οι πράξεις από τις προθέσεις, ιδίως όταν πρόκειται για επιχειρηματικούς κολοσσούς με επικοινωνιακά κλπ επιτελεία, ο σχολιασμός που ακολουθεί δεν έχει την αφετηρία του στις προθέσεις αλλά στο «προϊόν».
Ας υποθέσουμε ότι έχουν και οι επιχειρηματικοί κολοσσοί τον αυθορμητισμό τους.
Από μια άποψη, άλλωστε, είναι ίσως χρησιμότερη η επισήμανση των όρων διαμόρφωσης της κοινωνικής συνείδησης ως «αυθόρμητων»: Ως όρων που πηγάζουν από το απρόσωπο «σύστημα», από τις «αυθόρμητες» σχέσεις των πραγμάτων και από τον τρόπο που η συνείδηση – ως «πράγμα» κι αυτή – εντάσσεται στις σχέσεις αυτές. Χρησιμότερη, με την έννοια της ικανότητας για αναγνώριση και αντιπαρέλευση αυτών των όρων άσχετα αν πραγματώνουν προθέσεις ή όχι.
Σε τελική ανάλυση, και σαν «τελικός στόχος», το κέρδισμα των συνειδήσεων δεν σημαίνει παρά: να κερδίσουμε τις συνειδήσεις μας.
Πράγμα που προϋποθέτει, εκτός των άλλων, μια ορισμένη μετάβαση από τη συγκυριακή ατομική κοινωνική εμπειρία σε μια επίγνωση των γενικότερων κοινωνικών σχέσεων και, κατά συνέπεια, έναν ορισμένο επανακαθορισμό της προσωπικής οπτικής γωνίας απέναντι στον κοινωνικό κόσμο: παύουμε τότε, συνειδησιακά, να αποτελούμε την μια ή άλλη ατομική προσωποποίηση της κοινωνικο-ιστορικής τυχαιότητας και παίρνουμε θέση υποκειμένου του ιστορικού γίγνεσθαι.
*
Αφορμή των παραπάνω ανολοκλήρωτων εισαγωγικών γενικολογιών και «παράδειγμα» του σχολίου που ακολουθεί, είναι τα πρόσφατα doodles («μουτζούρες») της google με γενικό θέμα: «Ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους όσους μάχονται κατά του κορωνοϊού»:
«Σε όλους τους εργαζομένους σε καταστήματα ειδών τροφής, σας ευχαριστούμε»…
«Ευχαριστούμε όλους τους εργαζόμενους στα μέσα μαζικής μεταφοράς»…
«Ευχαριστούμε όλους τους εργαζόμενους σε συσκευασίες, μεταφορές, διανομή»…
Βέβαια, με την πρώτη ματιά, όχι απλώς δεν υπάρχει πρόβλημα στις παραπάνω ευγενικές χειρονομίες, αλλά και η κριτική τους θα μπορούσε να ταξινομηθεί στη σφαίρα του «ανίερου».
Ωστόσο αυτές οι μουτζούρες («doodles»), οι προορισμένες να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη μιας «κοινής γνώμης», ταυτόχρονα, με τον τρόπο αυτό, «από μόνες τους», χαράσσουν τα όρια της περιοχής εντός της οποίας εδρεύει η «κοινή γνώμη», αναγορεύουν σε «κοινή» την «γνώμη» και τη «φωνή» αυτής της κοινωνικής περιοχής, υποβάλλουν ως συνειδησιακή θέση όλων τη θέση τους εντός της καθορισμένης περιοχής και της καθορισμένης «κοινότητας» που «ευχαριστεί», θέτουν εκτός «κοινής γνώμης» όσους βρίσκονται εκτός αυτής της περιοχής, αφαιρούν τη «γνώμη» και τη «φωνή» από όσους ακριβώς έχουμε την καλοσύνη να τους «ευχαριστούμε».
Οι ευγενείς μουτζούρες της google αναγορεύουν σε φωνή της κοινής γνώμης τη φωνή όσων δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι στον τομέα της υγείας και ερευνητές της επιστημονικής κοινότητας, εργαζόμενοι σε καταστήματα τροφίμων, στα μέσα μαζικής μεταφοράς, στις συσκευασίες, τις εμπορικές μεταφορές, τη διανομή…
Ευγενικότατα βεβαίως, η δική τους φωνή, επί της ουσίας και με δυο λέξεις: η φωνή της εργατικής τάξης, τίθεται «εκτός».
Και τίθεται «εκτός», με τέσσερις «μουτζούρες» του επιχειρηματικού κολοσσού που, σημειωτέον, ανήκει «σε όλους όσους μάχονται κατά του κορονοϊού», στον τομέα της επικοινωνίας εν προκειμένω, αλλά που ένιωσε την ανάγκη να τοποθετηθεί στην πλευρά των «άλλων», προκειμένου ολόκληρη η κοινωνική συνείδηση (και το πλήθος των ατομικών συνειδήσεων που την «αθροίζουν») να τοποθετηθεί με τη σειρά της στην πλευρά όχι αυτών που μάχονται αλλά αυτών που «ευχαριστούν».
Όσο για τους ίδιους τους εργαζόμενους, «όλους όσους μάχονται», αν καταφέρουν να μην ταυτιστούν ακόμα κι οι ίδιοι συνειδησιακά με την πλευρά των «άλλων», το περιθώριο «γνώμης» και «φωνής» που αυτό το σχήμα «κοινής γνώμης» τους επιτρέπει, είναι πολύ στενό:
«Your welcome, παρακαλούμε, δεν κάνει τίποτα».
Τις υποδείξεις του Π.Ο.Υ. ακολούθησαν τα μέλη της αυτόνομης κοινότητας Fisher Island, ώστε στην επικράτεια της Νήσου η πανδημία του νέου κορονοϊού μπορεί να θεωρείται ήδη τερματισθείσα .
Οι κοινοτικές αρχές της Νήσου των Ψαράδων «κάνανε τη διαφορά» στις έως τώρα γνωστές τακτικές αντιμετώπισης του COVID-19: Ούτε «ανοσία της αγέλης» ούτε «κοινωνική αποοστασιοποίηση», αλλά τεστ, τεστ και πάλι τεστ!
Σύμφωνα με τα ΜΜΕ των ΗΠΑ, όπου και υπάγεται το μικροσκοπικό κρατίδιο, στους κατοίκους και το υπηρετικό προσωπικό των μόλις 800 κατοικιών της Νήσου πραγματοποιήθηκαν 1800 τεστ ανίχνευσης του ιού. Οι μέχρι στιγμής πληροφορίες αναφέρουν ότι από πέντε έως εννέα άτομα εντοπίστηκαν «θετικα» .
Σύμφωνα επίσης με τοπική αξιωματούχο που επιθυμεί να διατηρηθεί η ανωνυμία της, τα «θετικά» άτομα θα απομονωθούν από τον υπόλοιπο πληθυσμό της νήσου για 14 ημέρες σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο και στην συνέχεια η οικονομική και κοινωνική ζωή θα συνεχιστεί κανονικά στο εσωτερικό της Ψαράδικης επικράτειας.
Εξάλλου η Νήσος έχει κλείσει για οποιονδήποτε εκτός από τους διαμένοντες εκεί και είναι προσβάσιμη μόνο με ταχύπλοο ή ελικόπτερο και πάντα υπό προϋποθέσεις.
«Ο λαός μας δεν προτίθεται να εγγράψει στο σώμα του» (*), τόνισε χαρακτηριστικά η αξιωματούχος, «τα μέτρα κοινωνικής αναμόρφωσης που σκοπεύουν να επιβάλουν οι οπάδοι των άλλων μεθόδων αντιμετώπισης της πανδημίας κατά την διάρκεια των 12 μήνων και περισσότερο έως την ανακάλυψη εμβολίου».
«Η κοινότητά μας», συνέχισε,«αποτελεί ένα τοπικό μοντέλο οριστικής εξάλειψης της πανδημίας εφαρμόσιμο σε διεθνή κλίμακα»!
Στην ευαίσθητη ερώτηση σχετικά με τα απαιτούμενα κονδύλια και από πού θα βρεθούν, απάντησε με νόημα: «Πέντε τρισεκατομμύρια δολάρια είναι πολλά λεφτά! (σ.σ., πρόκειται για το ποσό που θα διαθέσουν οι «G20», η Ομάδα των 20 πλουσιότερων χωρών του κόσμου, για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας). «657 δολάρια για κάθε κάτοικο της γης αρκούν με το παραπάνω για τον οριστικό τερματισμό της πανδημίας μέσα σε λίγες μέρες».
«Μην ακούτε τι σας λένε οι τηλέμπορες. Σε έναν μήνα από τώρα θα σας φιλούσα στο στόμα», πρόσθεσε με διφορούμενο ύφος, και αυτάρεσκα αναστέναξε: «Φάτε τους πλούσιους»!
==================================
(*) «Δεν υπάρχει νόμος που δεν έχει εγγραφεί σε σώματα».
(de Certeau, M., 1988, The Practice of Everyday Life, Μπέρκλεϋ: University of California Press. Από το: Δημητρίου, Σ., 2017, Κοινωνική Εξέλιξη και Σχέσεις Δύναμης. Η Μεθοδολογία των Επιστημών του Ανθρώπου, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, σελ. 122).
Νήσος Fisher Island. Γενική άποψις.
Στις 1 Απριλίου ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Πέτσας αναφέρθηκε σε «αυστηροποίηση» των μέτρων περιορισμού της κυκλοφορίας με την εξής επισήμανση: «Οι συνεπείς δεν είναι κορόιδα.
Θα πρέπει όλοι να μένουμε στο σπίτι.Όσοι κάνουν κατάχρηση για να είναι όλη την ημέρα έξω, θα νιώσουν σύσφιξη των μέτρων».
Η δήλωση αυτή, μάλιστα, συνέπεσε χρονικά με τον σάλο που δημιούργησε το γνωστό βίντεο τηλεοπτικού σταθμού, το οποίο παραποίησε την εικόνα της παραλίας Θεσσαλονίκης και οδήγησε στο «φράξιμό» της από την κυβέρνηση.
Με την «αθώα» αυτή φράση («καθαγιασμένη» όπως συμβαίνει με κάθε προσχηματική επίκληση της «υγείας», εφόσον βέβαια δεν αφορά καταργήσεις και περικοπές πόρων για τις «αχρείαστες» νοσοκομειακές δομές) ο κυβερνητικός εκπρόσωπος βάλθηκε να κατασκευάσει την εικόνα «κάποιων» που καταχρηστικά επιδιώκουν «να είναι έξω όλη τη μέρα»!
Ένας πραγματικά ασυνήθιστος παραλογισμός, που μπορεί να εξηγηθεί μόνο με γενετικά χαρακτηριστικά που καθιστούν τέτοιους ανθρώπους επιρρεπείς στην ανομία. Είναι προφανές ότι αν η κυβέρνηση διέτασσε να είμαστε συνεχώς έξω, αυτοί οι άνθρωποι θα κλειδαμπαρώνονταν στα σπίτια τους. Τώρα που η κυβέρνηση επιβάλλει να μένουμε σπίτι, αυτοί όχι μόνο βγαίνουν, αλλά θέλουν και «να είναι έξω όλη μέρα»!!!
Η εικονική κατασκευή συμπληρώθηκε με την – επί της ουσίας – ψυχική παρότρυνση του κυβερνητικού εκπροσώπου προς ένα μέρος του πληθυσμού: «Οι συνεπείς δεν είναι κορόιδα»!
Κι έτσι, προκειμένου οι «συνεπείς» να μην είναι «κορόιδα», όπως ο κυβερνητικός εκπρόσωπος προέτρεψε το target group της δήλωσής του να νιώσει, η παραλία της Θεσσαλονίκης «φράχτηκε».
Και στη συνέχεια, προκειμένου να μην είναι «κορόιδα» μόνο οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης, απαγορεύτηκαν επίσης οι παραλίες των Πατρών και του Βόλου.
Οι – μετριοπαθώς μιλώντας – αμφιβολίες για το κατά πόσο η συγκεκριμένη κυβερνητική δήλωση και τα συγκεκριμένα κυβερνητικά μέτρα αποσκοπούν πραγματικά στον περιορισμό κάποιας «κατάχρησης» σε σχέση με την αντιμετώπιση της επιδημίας του κορονοϊού πηγάζουν, πρώτον, από το άτοπο της κατασκευής («να μένουν έξω όλη μέρα»!!!), δεύτερον, από την χρησιμοποίηση μιας πλαστογραφημένης πραγματικότητας για την επιβολή των απαγορεύσεων και, τρίτον, από ένα υπόβαθρο που αφορά σχέσεις κουλτούρας, τις οποίες – με μια δόση σχηματοποίησης – θα επιχειρήσουμε να περιγράψουμε ως εξής:
Πέρα από τα ψώνια – τη δουλειά – το σχολείο και παρόμοιες υποχρεώσεις, για μια μεγάλη πλειοψηφία η «έξοδος» είναι συνυφασμένη με την κατανάλωση. Μια μεγάλη πλειοψηφία είναι εθισμένη να βγαίνει από το σπίτι μόνο όταν πρόκειται να κατευθυνθεί σε κάποιον «ειδικό» χώρο κατανάλωσης και, ενόψει αυτού του εθισμού, η τωρινή διακοπή λειτουργίας των χώρων κατανάλωσης τής έχει αποστερήσει κάθε επιλογή εξόδου.
Κοντά σ’ αυτήν, υπάρχει ακόμα μια μεγάλη πλειοψηφία, που έτσι κι αλλιώς στον ελεύθερο χρόνο της δεν βγαίνει από το σπίτι ποτέ, και που το τι -υποτίθεται-ότι-συμβαίνει-έξω το βλέπει καθημερινά στην τηλεόραση.
Υπάρχει λοιπόν μια κατηγορία ανθρώπων, που αφού «έκλεισαν τα μαγαζιά» δεν έχουν πού να πάνε, και άλλη μια κατηγορία που μένει σπίτι γιατί έτσι κι αλλιώς δεν έβγαινε από αυτό ποτέ.
Δεν πρόκειται για «λίβελο» εναντίον αυτών των ανθρώπων, αφού και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για «κουλτούρες» σχηματισμένες και «επιβεβλημένες» από την κυρίαρχη κοινωνική πρακτική και την κυρίαρχη ιδεολογία, οι οποίες άλλωστε σχεδόν κανέναν δεν αφήνουν εντελώς ανεπηρέαστο. Δεν πρόκειται καν για κάποια εξ υπαρχής απαξίωση των αντίστοιχων συμπεριφορών, που επίσης από μόνες δεν επαρκούν για στοιχειοθετήσεις χαρακτηρισμών επί των ατόμων κ.ο.κ.
Όμως πρόκειται για δύο κατηγορίες, για τις οποίες είναι σχεδόν άνευ νοήματος το ερώτημα των κινήτρων για το ότι «μένουν σπίτι», αφού γι’ αυτές η «έξοδος» στερείται ή έχει στερηθεί νοήματος.
Από την άλλη, η «ελεύθερη» έξοδος, η έξοδος που δεν συνυφαίνεται με την κατανάλωση, είναι στο βάθος αρνητικά στιγματισμένη. Ήδη υπό τις «κανονικές» συνθήκες, μια τέτοια έξοδος δεν διαθέτει «πιστοποίηση» κανονικότητας.
Το να περπατάς απλώς, το να κάθεσαι απλώς σ’ ένα παγκάκι στο πάρκο ή στην πλατεία, αποτελεί «οριακή» συμπεριφορά, και ο φορέας αυτής της συμπεριφοράς είναι δυνητικό αντικείμενο εξακρίβωσης της ταυτότητάς του και παροχής εξηγήσεων: τι κάνει εκεί; από που πού έρχεται; πού πηγαίνει;
Αλλά και πέρα από αυτή την «ακρότητα», σε κάθε περίπτωση, η προσωπική «έκθεση» τής «εξόδου» τής συνυφασμένης με την κατανάλωση γίνεται στο βάθος αντιληπτή σαν «σκόπιμη», η αποσυνδεμένη από την κατανάλωση έξοδος θεωρείται στο βάθος «άσκοπη», «χασομέρι», σχεδόν δεν αποτελεί καν προσωπική «έκθεση» αλλά ύποπτη απόπειρα του ατόμου να «περάσει απαρατήρητο».
Και τώρα, έρχεται ο κυβερνητικός εκπρόσωπος να παρακινήσει σε ορισμένη ψυχική στάση («κορόιδα»!) όσους δεν πάνε πουθενά γιατί είτε δεν θα πήγαιναν έτσι κι αλλιώς πουθενά είτε γιατί έχουν στερηθεί κάθε αντικείμενο «σκόπιμης» εξόδου, απέναντι σε όσους «άσκοπα» βγήκαν να πάρουν λίγο αέρα και να περπατήσουν (όμως εδώ «δεν περπατάμε, τρέχουμε!») τηρώντας μεταξύ τους αποστάσεις όχι δυο μέτρων – δηλ. την υποτιθέμενη απόσταση ασφαλείας των καταστημάτων, των συγκοινωνιών και των εργασιακών χώρων – αλλά 135 τετραγωνικών μέτρων.
Στην τελική, όσοι δεν είχαν ποτέ καθώς και όσοι έχουν επί του παρόντος χάσει κάθε λόγο «εξόδου», σύμφωνα με τον κ. Πέτσα «πρέπει» να νιώθουν «κορόιδα» – γιατί «κάποιοι» μπορούν ακόμα και απολαμβάνουν μια «έξοδο» τέτοια που οι πρώτοι έχουν προ πολλού διαγράψει από τον κύκλο των απολαύσεών τους ή που ποτέ δεν έχουν καν διανοηθεί.
Φυσικά αυτού του είδους ο προτεινόμενος φθόνος υπό κανονικές συνθήκες θα στερούνταν ηθικής νομιμοποίησης. Υπό κανονικές συνθήκες η «σκόπιμη» κοινωνική πρακτική και ιδεολογία του οικιακού εγκλεισμού και του καταναλωτισμού απλώς κρατά στο περιθώριο της οπτικής της τις «άσκοπες» συμπεριφορές που κινούνται έξω από την περίμετρο της κατανάλωσης. Γνωρίζει μόνο, έχει διδαχθεί, ότι έξω από αυτήν την περίμετρο (ή, ευρύτερα, έξω από το σπίτι) ελλοχεύει γενικά είτε ο κίνδυνος είτε το κενό. Όμως η μεταδοτικότητα του covid-19 καθιστά τις συνθήκες πρόσφορες, ούτως ώστε ένας τέτοιος φθόνος να μπορεί πλέον να προταθεί.
135 τ.μ. ανά άτομο στην παραλία Θεσ/νίκης και αλλού, είναι πυκνότητα που υπερκαλύπτει στο υπερπολλαπλάσιο την (αμφίβολης τήρησης) απόσταση των δυο μέτρων στους χώρους υποχρεωτικής προσέγγισης μεταξύ των ανθρώπων…
– Προς τι τότε ο σχετικός θόρυβος και το «φράξιμο» του ελεύθερου χώρου;
– Διότι (θα απαντούσε ίσως ο κυβερνητικός εκπρόσωπος) «πού να ξέρουμε εμείς»; Οι περιπατητές των 135 τ.μ. ανά άτομο, μπορεί να έρχονταν σε τυχόν κοντινότερες επαφές για να μεταδώσουν έτσι μεταξύ τους τον νέο κορονοϊό!
– Μα είναι δυνατόν η κυβέρνηση να διανοείται την άποψη, – να επιχειρεί να υποβάλει και να επιβάλει την άποψη -, ότι οι άνθρωποι θα παρουσίαζαν συμπτώματα απότομης απώλειας του λογικού και του αισθήματος της αυτοπροστασίας τους και θα πλησιάζονταν «στενά» μεταξύ τους γνωρίζοντας όλοι κάλλιστα ότι αυτό θα αποτελούσε κίνδυνο να «κολλήσουν» τον εαυτό τους ή τους άλλους, πράγμα που είναι ακριβώς το ίδιο;
– Αλλά πού να ξέρουμε εμείς αν όλος αυτός ο περίπατος δεν θα γινόταν παράδειγμα για εκατοντάδες χιλιάδες που θα μπορούσαν να συνωστιστούν ασφυκτικά στην παραλία διαδίδοντας κατόπιν τον κορονοϊό σε εκατομμύρια άλλους!
– Δηλαδή επικαλείστε την πιθανότητα μιας ανύπαρκτης μελλοντικής κατάστασης για να στηλιτεύσετε, στο όνομα της, μια εντελώς διαφορετική πραγματική υπαρκτή κατάσταση, η οποία μάλιστα επιδέχεται φυσική εποπτεία και δυνατότητα παρέμβασης, εφόσον πάει να εξελιχθεί σε κάτι διαφορετικό από αυτό που είναι!
– Μα πού να ξέρουμε εμείς τι μπορεί να γίνει, όταν όλοι αυτοί πάνε να περπατήσουν στον ίδιο χώρο, έστω κι αν είναι 23 στρέμματα και αντιστοιχούν 135 τ.μ. στον καθένα τους!
– Γιατί λέτε «όλοι αυτοί», αφού με τα μέτρα σας προβλέπεται πρόστιμο ακόμα και σ’ έναν μόνο που περπατάει;
– Βεβαίως, αν δεν έχει προηγηθεί η αποστολή sms ή αν δεν κρατά στα δόντια το χαρτί της μετακίνησής του!
– Χαρτί ή sms ότι βγαίνει απ’ το σπίτι να περπατήσει; Ότι βγαίνει για περίπατο;
– Α όχι! Είναι γνωστό ότι sms ή χαρτί περιπάτου δεν προβλέπεται, δεν εγκρίνεται! Εδώ δεν περπατάμε! Τρέχουμε! Το περπάτημα είναι άσκοπο! Ο περίπατος απαγορεύεται!
*
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος έχει τη δυνατότητα να προσθέσει κι άλλες απαντήσεις, και μάλιστα από θεσμικής και κυρίως τηλεοπτικής καθέδρας. Μερικές πιθανές από αυτές είναι η επίκληση της «ευθύνης», ο στιγματισμός της «ανευθυνότητας», της «απαράδεκτης ανευθυνότητας», της ανάγκης «συμμόρφωσης» και «συνετισμού» κ.ά.
Και υπάρχει ο φόβος, λόγο στο λόγο κουβέντα στην κουβέντα, να εξωθούνταν ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σε μια απάντηση σαν την εξής:
«Στις κυβερνητικές απαγορεύσεις δεν έχει καμιά σημασία η ύπαρξη ή η ανυπαρξία λογικής, και ιδίως της λογικής που επικαλούμαστε, της λογικής που στο όνομά της επιβάλλουμε απαγορεύσεις. Σημασία έχει η εμπέδωση της αντίληψης, ότι άνθρωποι που παραβιάζουν κυβερνητικές απαγορεύσεις είναι για όλα ικανοί. Ικανοί μάλιστα (τώρα μας δίνεται η ευκαιρία να το λέμε κι αυτό) ακόμα και να μεταδώσουν μια θανατηφόρα νόσο σε χιλιάδες, σε εκατομμύρια, να προκαλέσουν το θάνατο σε εκατοντάδες χιλιάδες νομοταγείς, συνεπείς πολίτες. Τέτοιοι είναι όσοι παραβιάζουν τις κυβερνητικές απαγορεύσεις, τόσο αυτήν όσο και κάθε άλλη. Κι αν επιμένετε ότι το περπάτημα δεν βλάπτει, παρότι απαγορεύεται, τότε, σας απαντάμε: να μην βλάπτει και η θεία κοινωνία!!! Αλλά και αν το περπάτημα δεν βλάπτει, δεν θα το επιτρέψουμε και να γιατί: Το sms, το χαρτί, δεν χρησιμεύουν στον περιορισμό των μετακινήσεών σας, όπως νομίζετε. Είτε με sms είτε χωρίς, το ίδιο θα βγείτε για να πάρετε μακαρόνια και γεμιστά, φρούτα και ψωμί, εφόσον έτσι κι αλλιώς δεν έχετε πού αλλού να πάτε. Το sms, το χαρτί, χρησιμεύουν για να μάθετε να αναφέρεστε ενώπιόν μας για την προέλευση, τον προορισμό, το σκόπιμο και το επιτρεπτό των μετακινήσεών σας. Για τις συντεταγμένες και τον σκοπό των μετακινήσεών σας πλέον δεν θέλουμε να σας ρωτάμε εμείς. Θέλουμε να μάθετε να μας τα λέτε εσείς μόνοι σας. Έως ότου οι τεχνικές ελέγχου μάς επιτρέψουν να τα γνωρίζουμε συνεχώς, χωρίς να μας τα λέτε και χωρίς να σας ρωτάμε. Τότε πλέον και θα μπορείτε, ελεύθερα, με εμπεδωμένο αίσθημα ασφαλείας, να πηγαίνετε να κοινωνήσετε. Προκειμένου όμως γι’ αυτόν τον στόχο, ο περίπατος δεν είναι δυνατόν να συμπεριληφθεί στη σκόπιμη και επομένως επιτρεπτή μετακίνηση. Διότι τι επιτήρηση θα μπορούσε να θεσμοποιηθεί, αν ο καθένας μπορούσε να λέει: «Απλώς περπατάω!» »
«Η θρησκεία είναι ποίηση» – έτσι μπορούμε να πούμε, αφού πίστη = φαντασία. Αλλά εγώ (ο Φόυερμπαχ) δεν εξοντώνω άραγε την ποίηση; Όχι. Εγώ εξοντώνω (aufhebe) τη θρησκεία «μόνο εφόσον» (υπογράμμιση του Φόυερμπαχ), «αυτή είναι απλή πρόζα και όχι ποίηση».
Λένιν, άπαντα, τόμος 29 (Φιλοσοφικά Τετράδια), σελ. 53 (Φόυερμπαχ. «Διαλέξεις για την ουσία της θρησκείας»).
***********************************
Όχι ο γιός του θεού αλλά ο γιος του ανθρώπου παρομοίασε το ψωμί με το σώμα του και το κρασί με το αίμα του.
Μέχρι η παρομοίωση να αναχθεί σε θρησκευτικό μυστήριο, και μέχρι η οικονομία της αυτοσυντήρησης να δώσει τη θέση της στον εκτεταμένο καταμερισμό της εργασίας, η ποιητική αποστροφή δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο εναργής και μάλιστα υλιστικά εναργής.
Το ψωμί και το κρασί, το προϊόν ολόκληρου του ανθρώπινου μόχθου, κάθε μέρα του χρόνου και κάθε χρόνο όλης της ζωής… Το σώμα και το αίμα του ανθρώπου, όλο μεταμορφωμένο, διαμέσου του ανθρώπινου μόχθου, διαμέσου της ανθρώπινης εργασίας, σε ψωμί και κρασί… Σε αφετηρία, ξανά, σε πηγή της ύπαρξης του ανθρώπου που με το σώμα και το αίμα του δρα.
Και, γενικά, τι άλλο είναι η «αντικειμενοποιημένη εργασία» της πολιτικής οικονομίας αν όχι σώμα και αίμα μεταμορφωμένο στο αποτέλεσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας.
*
Η εκκλησία αντιπαρέρχεται την καθαρότητα της ποίησης με το μυστήριο.
Και εκκινώντας από το μυστήριο λοξοδρομεί προς την βλασφημία, ανασύροντας από μέσα του μια κάποια «συμφωνία με το θεό» της, μόνο που δεν είναι ο θεός αυτός που κάνει «συμφωνίες» και κανείς δεν έχει ακουστά κάτι για «συμφωνία με το θεό».
Κι αν δεν πρόκειται για «συμφωνία με το θεό», αλλά για «παράδοση του πιστού στο θεό», τότε μπορεί η βλασφημία να εξαλείφεται, όμως απομένει στη θέση της η κοινωνική ανευθυνότητα που τόσο πολύ συγκρούεται με κάθε έννοια «κοινωνίας», θείας ή ανθρώπινης.
«Στους επιχειρηματικούς ομίλους σχεδιάζει να παραδώσει η κυβέρνηση το «φιλέτο» της διαχείρισης των απορριμάτων, όπως επιβεβαίωσε ο πρωθυπουργός, Κυρ. Μητσοτάκης, κατά την επίσκεψή του στη μονάδα επεξεργασίας αστικών στερεών αποβλήτων στο Ελευθεροχώρι Ιωαννίνων.
Το έργο πραγματοποιήθηκε με τη μέθοδο της Σύμπραξης Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) και υπογράφηκε επί των ημερών της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Κυρ. Μητσοτάκης άφησε αιχμές κατά της προηγούμενης κυβέρνησης και των περιφερειαρχών του ΣΥΡΙΖΑ για την κατάσταση που «κληροδότησαν» στη ΝΔ και δήλωσε ότι η συνεργασία του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα «είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος για να προχωρούν αυτού του είδους τα έργα». Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, το παράδειγμα της Περιφέρειας Ηπείρου, που «κινήθηκε γρήγορα και αποφασιστικά», θα πρέπει να ακολουθηθεί στην περίπτωση της Αττικής και της Κέρκυρας,
Μέσω των περιβόητων ΣΔΙΤ, το κράτος χρηματοδοτεί την κατασκευή του έργου και έτσι οι επιχειρηματικοί όμιλοι εξασφαλίζουν εγγυημένη κερδοφορία, ενώ τα λαϊκά στρώματα πληρώνουν ως φορολογούμενοι, αλλά και ως χρήστες αυτών των έργων.»
Ξυπνώ και βλέπω σίδερα στη γη στερεωμένα
τα παιδάκια τα καημένα
αχ μανούλα μου πονά η καρδούλα μου
***
Είχα προσπαθήσει προ καιρού με αφορμή τον νόμο για την «ταυτότητα φύλου» να κάνω λόγο για τη δυσκολία του ατόμου να συγκροτήσει την προσωπική του ταυτότητα μέσα σε κοινωνικές σχέσεις αβεβαιότητας που – εφόσον το άτομο είναι οι κοινωνικές του σχέσεις – προσδίνουν στο ατόμο την ταυτότητα μιας προσωποποιημένης αβεβαιότητας.
Η επίκαιρη αναγόρευση του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιμου σε «επίτιμο διδάκτορα του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης», δίνει την ευκαιρία της διαπίστωσης ότι η ανταπόκριση του «εποικοδομήματος» (νομικού, εκπαιδευτικού κ.ο.κ) στους υφιστάμενους κοινωνικούς όρους προσωπικής αβεβαιότητας και αποσυγκρότησης δεν περιορίζεται στη σχέση του ατόμου με τον εαυτό του αλλά επεκτείνται στη σχέση του ατόμου με τον κόσμο, καταλαμβάνει δηλαδή όλη την έκταση του προσώπου και της ανάπτυξής του.
Η κυρίαρχη ιδεολογία «γοητεύει», από τη μια, υποβάλλοντας τη σχέση του ατόμου με το εγώ του ως σχέση με ένα πολυκατάστημα «ταυτοτήτων» όπου μπορεί να διαλέξει την πιο πολυτελή ή την πιο οικονομική, την πιο διαφημισμένη, αυτή που κερδίζει στην κλήρωση, αυτή που διατίθεται σε προσφορά μαύρης Παρασκευής ή λευκής νύχτας. Από την άλλη, «γοητεύει» διδάσκοντας τη σχέση του ατόμου με τον κόσμο σαν σχέση άγνοιας, αναγορεύοντας σε «ακατάληπτη» τη γνώση του κόσμου και σε «καταληπτή» βέβαια την ύπαρξη του θεού:
«Μην ακούτε αυτά που λένε για όσα είδαν, για όσα βρήκαν, για όσα έπιασαν και όσα θα κυριαρχήσουν, πράγματα και άτομα και ακατάληπτα πράγματα εις τους ουρανούς επάνω εις τους άλλους πλανήτες… Δεν υπάρχει άλλος πλανήτης μέσα σ’ ολόκληρον τον κόσμον τον ουράνιον από αυτόν τον πλανήτη που κατοικούμε εμείς και είναι αυτή η γη…». Άρα, εφόσον δεν υπάρχει άλλος πλανήτης κλπ, «…θα πρέπει εμείς οι χριστιανοί να είμεθα περήφανοι που μιλούμε πάντα για τους ουρανούς και για την ελπίδα να βρεθούμε κοντά εις τον θεόν που δεσπόζει και εις την γην και εις τους ουρανούς…», κηρύσσει η διδασκαλία του νέου επίτιμου διδάκτορα του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Το χρυσάφι της προσωπικής ύπαρξης πρέπει ν’ ανταλλαγεί με τις χάντρες και τα καθρεφτάκια των «ατομικών ταυτοτήτων», το χρυσάφι της γνώσης του κόσμου ν’ ανταλλαγεί με τα μπιχλιμπίδια της θεϊστικής άγνοιας, στη θέση της αυθυπαρξίας του προσώπου η «ταυτοτική» ετερότητα, στη θέση της αυθυπαρξίας του κόσμου η «θεϊκή» ετερότητα, αυτά απαιτούν οι ζηλωτές της αποσυγκρότησης των νεανικών συνειδήσεων.
Ο κόσμος στα όρια της ανυπαρξίας, η γνώση του – γνώση της κίνησής του – ακατάληπτη, το μόνο επιτρεπτό (κι αυτό από λόγους επιείκειας) είναι το εγώ: είτε με τη μορφή του μοναδικού «πλανήτη που κατοικούμε εμείς» στην ύπαρξη του οποίου αλλοτριωτικά δεσπόζει η θεία «ταυτότητα», είτε με τη μορφή του ατομικού εγώ στην ύπαρξη του οποίου αλλοτριωτικά δεσπόζει η ατομική «ταυτότητα» επιλεγμένη ή επιβεβλημένη, είτε επιβεβλημένη με την εξωτερική μορφή της επιλογής, ανάμεσα από τις διαθέσιμες προσφορές.
Όσο κι αν εμφανίζονται σαν αντίθετοι πόλοι, τόσο η πραγματιστική όσο και η θρησκευτική ιδεολογική κυνικότητα (πλαστή στην ουσία της αλλά και βαθύτατη ταυτόχρονα), συναντιόνται και πλήττουν από κοινού την ίδια περιοχή: Την περιοχή σύζευξης του ανθρώπου με τον υλικό κόσμο, στα απώτατα όρια αυτής της περιοχής δηλαδή στο πεδίο της προσωπικής ύπαρξης και στο πεδίο της γνωσιολογίας, την περιοχή όπου διασταυρώνονται η ενότητα του ανθρώπου με τον υλικό κόσμο και η ενότητα του υλικού κόσμου συνολικά.
Έτσι λοιπόν, μια υπόθεση που θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται αποκλειστικά και μόνο από την άποψη των παιδιών και της παιδαγωγικής, αντιμετωπίζεται – και γίνεται «νόμος του κράτους» – στη βάση νομικίστικων κατασκευών και ιδεολογημάτων γύρω από τον τύπο μιας αστικής σύμβασης («σύμφωνο συμβίωσης»), και των δικαιωμάτων που «λογικά» απορρέουν από την γυμνότητα του συμβατικού τύπου και μόνον.
Βέβαια συμβατικός τύπος είναι λ.χ. και η «πώληση», αλλά ο νόμος κάνει σαφείς διακρίσεις για τους όρους με τους οποίους πραγματοποιείται μια πώληση ανάλογα με το αντικείμενό της: με διαφορετικές νομικές προϋποθέσεις πωλείται μια τράπεζα, με διαφορετικές ένα αυτοκίνητο, και με διαφορετικές ένα κιλό πατάτες.
Από ό,τι φαίνεται όμως, ως «συμβατικό αντικείμενο» ένα παιδί είναι μικρότερης σημασίας από το αντικείμενο οποιασδήποτε πώλησης (ίσως εξαιρείται εν προκειμένω το κιλό οι πατάτες) και επομένως δεν απαιτείται καν σκέψη για τη θέσπιση ιδιαίτερων προϋποθέσεων τέτοιων που να αφορούν το παιδί σαν παιδί (όπως σε μια πώληση αφορούν την τράπεζα σαν τράπεζα και το αυτοκίνητο σαν αυτοκίνητο).
Αντί τέτοιων προϋποθέσεων «αρκεί» η επίκληση του γυμνού νομικού τύπου. Και αρκεί διότι, αντί στο επίκεντρο της νομοθετικής μέριμνας να είναι το παιδί και οι ανάγκες του, αντί αφετηρία και τέλος της να αποτελεί η ικανοποίηση των αναγκών του, στο επίκεντρό της στην αφετηρία της και στο τέλος της βρίσκονται – εν προκειμένω – τα ενήλικα συμπλέγματα του «ζευγαριού», η πλασματική τους κανονικοποίηση δια της αναγόρευσής τους σε θεσμό, η ικανοποίηση της παράγωγής τους ενήλικης ματαιοδοξίας του.
Στο επίκεντρο, σαν στόχος και σαν ιδεολογικό εργαλείο της νομοθετικής σκοπιμότητας βρίσκεται η «ισοτιμία» και η «ισονομία» μεταξύ «ετερόφυλων και ομόφυλων ζευγαριών που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης», εκτείνοντας όμως αυτήν την περί ισοτιμίας και ισονομίας θεωρητική κατασκευή πέραν των ορίων της συμβίωσης, για την οποία ο Α και ο Β έχουν μεταξύ τους και για τους εαυτούς τους συνάψει ένα ιδιωτικό συμφωνητικό. Εκτείνοντάς την τόσο, ώστε εντός της ιδιωτικής σχέσης των Α και Β να περιληφθεί και να υπαχθεί σε αυτήν και στους όρους της, που του είναι συμβατικά και ουσιαστικά ξένοι, και ένα τρίτο πρόσωπο, εν προκειμένω ένα παιδί.
Το παιδί λοιπόν, σύμφωνα με την άποψη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, δεν αποτελεί παρά ένα νομικό εργαλείο επισφράγισης της «ισοτιμίας» και της «ισονομίας» μεταξύ «ετερόφυλων και ομόφυλων ζευγαριών που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης». Τα «ζευγάρια» έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης μεταξύ τους, μεταξύ των μερών τους, και προκειμένου τα «ζευγάρια» να είναι μεταξύ τους νομικά «ισότιμα», πρέπει να συνάψει – μέσω του κράτους – σύμφωνο συμβίωσης με τα «ζευγάρια» και το παιδί.
Η «ισονομία», η «ισοτιμία» μεταξύ «ετερόφυλων και ομόφυλων ζευγαριών» επισφραγίζεται έτσι με εργαλείο επισφράγισής της το παιδί, και στο παιδί έτσι δεν αναγνωρίζεται παρά η χρησιμότητά του ως τέτοιου εργαλείου επισφράγισης… Όσο για την ισοτιμία μεταξύ των παιδιών, την μεταξύ τους ισοτιμία, ισονομία, και την κάθε «ισότητα» που μπορεί κανείς να φανταστεί, την ισότητά τους στην πληρέστερη δυνατή ικανοποίηση των αναγκών της ηλικίας τους και της ανάπτυξής τους ως παιδιών, αυτή ας χωρέσει στο κοστούμι της «ισοτιμίας των ζευγαριών», στο κοστούμι της γνωσιολογικής άνοιας και της «τυπικής λογικής» της, της αφαίρεσης του ουσιαστικού προσδιορισμού των εννοιών και των πραγματικών σχέσεων που αυτές εκφράζουν.
Η ανάγκη του παιδιού για μια οικογενειακή σχέση που συνίσταται στην εκπλήρωση των λειτουργιών της μητρότητας και της πατρότητας, είναι ένα νομοθετικό τίποτα ενόψει της «ισοτιμίας των ζευγαριών». Μα «ποια πατρότητα και ποια μητρότητα;» – διερωτάται ξαφνιασμένος ο νομοθέτης νομοθετώντας-, ποια θετή ή ανάδοχη «μάνα», ποιος θετός ή ανάδοχος «πατέρας», ποια διαφορά – απέναντι στο παιδί – ανάμεσα σε «ετερόφυλα και ομόφυλα ζευγάρια»; Εδώ δεν πρόκειται παρά για έναν συμβατικό τύπο που σαν τέτοιος εξαλείφει κάθε ατομική διαφορά μεταξύ των μερών του! Πρόκειται για ένα σύμφωνο όχι μεταξύ άνδρα – γυναίκας, άνδρα – άνδρα, γυναίκας – γυναίκας, αλλά μεταξύ δυο ατόμων! Δεν υπάρχουν άνδρες και γυναίκες, υπάρχουν μόνο άτομα! Το ένα άτομο μπορεί να παρασταθεί με Α, το άλλο άτομο μπορεί να παρασταθεί με Β, και εφόσον μεταξύ ατόμων η διαφορά = 0, τότε Α=0 και Β=0, άρα Α+Β=0+0=0! Δεν αποτελεί λοιπόν αυτό το ΜΗΔΕΝ την λογικά ανώτατη απόδειξη της ισοτιμίας των παιδιών στην ικανοποίηση των αναγκών τους ως παιδιών;
Κάτω από φυσιολογικές συνθήκες ένα παιδί είναι καρπός συμβίωσης μιας γυναίκας και ενός άνδρα. Όταν αυτές οι φυσιολογικές συνθήκες δεν υφίστανται, γίνεται λόγος για ορφάνια, βιολογική είτε κοινωνική. Η νομοθετική αγνόηση αυτών των φυσιολογικών συνθηκών και των όρων που επιβάλλονται από αυτές, προκειμένου για παιδιά που λόγω βιολογικής ή κοινωνικής ορφάνιας βρίσκονται στην ευθύνη του κράτους, σημαίνει απλώς και μόνο την κρατική τους αντιμετώπιση και μεταχείριση ως ορφανών.
Κι αν η ουσία του νομοθετήματος δεν εξαντλείται στο ζήτημα αυτό – που δεν εξαντλείται – ωστόσο αυτό αποτελεί επίσης μια καθοριστική πτυχή του που συγκλίνει μαζί με τις υπόλοιπες στους γενικούς στόχους του.