Την φρίκη του Ισραηλινού και Εβραίου αρθρογράφου κ. Σάμπυ Μιωνή είχε προκαλέσει πριν λίγο καιρό η υποστήριξη του Βορίδη στη μεταφορά της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ.
Ξεκαθαρίζοντας εξαρχής ο αρθρογράφος ότι η Ιερουσαλήμ είναι πρωτεύουσα της καρδιάς του (κάτι παρόμοιο με τα σύνορα της καρδιάς του Ερντογάν, και της καρδιάς του κάθε μεγαλοϊδεατισμού, σα να λέμε) και «αδιαμφισβήτητη πρωτεύουσα του Ισραήλ», στη συνέχεια ερμηνεύει την τοποθέτηση Βορίδη ως επικοινωνιακό τέχνασμα: «Φαίνεται ότι οι επικοινωνιολόγοι του Μάκη Βορίδη τού είπαν ότι με τις τόσο στενές σχέσεις που η Ελλάδα έχει συνάψει με το Ισραήλ, ο αντισημιτισμός δεν πουλάει πλέον και ότι πρέπει να βρει τρόπο να ξεχάσουν οι Εβραίοι το ποιος πραγματικά είναι», γράφει. Και αφού παραθέτει τεκμήρια για τον αντισημιτισμό του Βορίδη, αποφαίνεται ότι «το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα πρέπει να σκεφτεί αν ο φιλελευθερισμός συνάδει με το βιογραφικό του Μάκη Βορίδη». «Ο εβραϊκός λαός δεν μοιράζει συγχωροχάρτια με αντάλλαγμα ανειλικρινή αρθρογραφία και όψιμες απόψεις προφανούς σκοπιμότητας», καταλήγει.
*
Δεν πρόκειται παρά για τη μια από τις δυο όψεις του ιδεολογικού αδιεξόδου, στο οποίο έχει περιέλθει ο ισραηλινός και εβραϊκός σοβινισμός.
Ο οποίος, από τη μια μεριά, με βιομηχανικά τυποποιημένες μεθόδους επιζητά στο όνομα του «αντι-αντισημιτισμού» την ιδεολογική νομιμοποίηση των διαρκών και κατά συρροή επαναλαμβανόμενων εγκλημάτων του ισραηλινού κράτους, φωτογραφίζοντας για το σκοπό αυτό σαν «αντισημιτικές» τις θέσεις πολιτικών δυνάμεων που στο παρελθόν πρωτοστάτησαν στην πάλη για τη σωτηρία των Ελλήνων Εβραίων από τους ναζιστικούς διωγμούς.
Ενώ, από την άλλη, βρίσκεται αμήχανος μπροστά στο φαινόμενο να εκφράζουν την υποστήριξή τους στο Ισραήλ πολιτικοί με πιστοποιημένο αντισημιτικό παρελθόν, όπως ο κ. Βορίδης. Κι από την αμηχανία οδηγείται σε αφελείς ερμηνείες: επικοινωνιακό τέχνασμα, και σε ανούσιους καυγάδες: ματσαράγκες, ούτως ώστε οι υψωμένοι τόνοι να συγκαλύψουν την πολιτική ευθυγράμμιση των «προαιώνιων εχθρών». Χρήσιμο. Τόσο πολιτικά όσο και ψυχολογικά.
*
Μόνο που δεν βρίσκονται σε κάποιο επικοινωνιακό τέχνασμα οι λόγοι της υποστήριξης του κ. Βορίδη στον ισραηλινό σοβινισμό.
Μάλλον βρίσκονται στην παροιμιώδη αλήθεια, ότι «όμοιος ομοίω αεί πελάζει» ή, επί το λαϊκότερο, «ο όμοιος στον όμοιο κι η κοπριά στα λάχανα».
Δεν θα έπρεπε λοιπόν να εντυπωσιάζεται και να εξίσταται ο αρθρογράφος. Τι πιο φυσικό από το ότι ένας εκφραστής των ελληνικών εθνικιστικών και ρατσιστικών πολιτικών συμπλεγμάτων προσεγγίζει το εθνικιστικό και ρατσιστικό πολιτικό σύμπλεγμα της ισραηλινής κρατικής πολιτικής, εφόσον οι δυο αυτοί εθνικισμοί (και οι δυο «φιλελεύθεροι» κατά τα διδάγματα της Θάτσερ και του Πινοτσέτ, κατά τα άλλα) επενδύουν τις βλέψεις τους υπαγόμενοι στον ίδιο ιμπεριαλιστικό συνασπισμό;
Ο κ. Βορίδης, άλλωστε, απλώς ευθυγραμμίστηκε με την πολιτική Τραμπ. Πώς και δεν αγανακτεί ο άρθρογράφος και για την «ανειλικρίνεια» αυτής της πολιτικής, όταν είναι γνωστό ότι η εκλογή του Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ απέσπασε συγχαρητήρια εκ μέρους της ρατσιστικής Κου Κλουξ Κλαν; Πώς και παρακάμπτει την ιδεολογική ταύτιση, σε μια σειρά θέματα, μεταξύ Βορίδη και Τραμπ; Πώς νιώθει ο αρθρογράφος να λερώνεται από τις πολιτικές θέσεις του Βορίδη, και να νομίζει την ίδια στιγμή ότι μένει καθαρός από το πρωτότυπό τους, που είναι η πολιτική Τραμπ;
*
Για τον εθνικισμό, είτε ελληνικός είναι αυτός είτε ισραηλινός, η ειλικρίνεια δεν είναι ζήτημα αρχών αλλά ζήτημα ευμετάβλητο όσο ευμετάβλητοι είναι οι δείκτες των αγορών, όσο ευμετάβλητη είναι η εκάστοτε ιμπεριαλιστική διανομή και αναδιανομή των αγορών, των εδαφών, των «σφαιρών επιρροής».
Αυτού του είδους η «ειλικρίνεια» έχει πλέον εξομοιώσει και την επίκληση του «αντισημιτισμού» εναντίον όσων καταδικάζουν την δολοφονική ισραηλινή πολιτική της κρατικής τρομοκρατίας και του φυλετικού διαχωρισμού, με τις κατά καιρούς επικλήσεις του «ανθελληνισμού» εναντίον όσων πολέμησαν όλους στη σειρά τους ξένους δυνάστες, κατακτητές, ιμπεριαλιστές, από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι και σήμερα, εναντίον όσων αντιτάχθηκαν στο μίσος του εθνικισμού και έγραψαν τη φιλία των λαών στη σημαία τους.
Στο στόμα των απολογητών της ισραηλινής κρατικής πολιτικής ο «αντισημιτισμός» έχει καταντήσει και δεν αποτελεί παρά ένα χυδαίο ιδεολογικό εργαλείο ηθικού εκβιασμού και δικαιολόγησης των εγκλημάτων ενός εθνικισμού, του ισραηλινού, ίδιου με κάθε εθνικισμό, της ιμπεριαλιστικής πολιτικής μιας άρχουσας καπιταλιστικής τάξης ίδιας με κάθε ιμπεριαλιστική πολιτική κάθε άρχουσας καπιταλιστικής τάξης.
*
Ο «αντιρατσισμός», ο «αντιφασισμός», από θέσεις απολογητικής μιας ρατσιστικής και φασιστικής στην ουσία της κρατικής πολιτικής, σαν του Ισραήλ, είναι σαν πυροβολισμός που κάνει μεν πολύ κρότο μόνο που τα πυρά του είναι άσφαιρα.
Χωρίς ταξικά γυαλιά κάθε λαός, και ο εβραϊκός, είναι εκτεθειμμένος στη φασιστική χολέρα του δικού του έθνους.